- τολμηροτέρους
- τολμηρόςhardihoodmasc acc comp pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
Ντερέν, Αντρέ — (AndreDerain, Σατού, Σεν ε Ουάζ 1880 – Παρίσι 1954). Γάλλος ζωγράφος και γλύπτης, ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της επιστροφής στον ρυθμό που παρουσιάστηκε στη μοντέρνα τέχνη μετά τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο και που άφησε τα ίχνη της στο έργο … Dictionary of Greek
Πάρι, Ουίλιαμ ΄Εντουαρντ — (Parry, Sir William Edward, Μπαθ 1790 – Γκρίνουιτς 1855). Άγγλος εξερευνητής. Το 1818 διοικούσε ένα από τα δύο πλοία που, υπό τις διαταγές του Τζον Ρος, απέπλευσαν αναζητώντας τη Βορειοδυτική Δίοδο, δηλαδή την πιθανή υδάτινη οδό που, σύμφωνα με… … Dictionary of Greek